1) Γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση (ΓΟΠ)
Η συχνότητα της ΓΟΠ σε παιδιά με εγκεφαλική παράλυση αναφέρεται από 26% – 75%, ενώ σε φυσιολογικά παιδιά και βρέφη εκτιμάται περίπου στο 7-8% (Cadman και συν.1978, Reyes και συν. 1993, Κατσιγιαννάκη 1994, Vandenplas 1991).
Από σχετικά πρόσφατες αναφορές υπάρχει μια αυξημένη επίπτωση της ΓΟΠ στις σπαστικές μορφές της εγκεφαλικής παράλυσης ενώ η επίπτωση στο φύλο είναι περίπου ίδια (Ravelli και Milla 1998, Ξυνιάς 2001). Η κλινική εικόνα και οι επιπλοκές της ΓΟΠ σε παιδιά με βλάβη του ΚΝΣ είναι ιδιαίτερα σοβαρές, με αποτέλεσμα να επηρεάζουν την πορεία της βασικής νόσου. Τα κυριότερα συμπτώματα είναι οι περιοδικοί έμετοι, η αιματέμεση, ο μηρυκασμός, οι αναγωγές, η ανησυχία, η άρνηση λήψης τροφής και ο οπισθοστερνικός πόνος (Reyes και συν.1993, Bohmer και συν. 1996).
Οι συχνότερες επιπλοκές της ΓΟΠ σε παιδιά με βλάβη του ΚΝΣ είναι:
α) στενώσεις του οισοφάγου, β) η κακή θρέψη, γ) ο οισοφάγος του Barrettπου θεωρείται προκαρκινωματώδης κατάσταση, δ) η σιδηροπενική αναιμία, ε) η παρουσία αίματος στις κενώσεις, στ) η αιμορραγία από το ανώτερο πεπτικό και ζ) πνευμονία από εισρόφηση.
2) Επιληψία
Η συχνότητα της επιληψίας σε παιδιά με εγκεφαλική παράλυση ανέρχεται σε 35-60% των περιπτώσεων, κατά ορισμένους το ποσοστό εμφάνισης είναι υψηλότερο. Ο Aicardi αναφέρει ότι επιληψία εμφανίζεται στο 34-60% των ημιπληγικών, στο 50-60% των τετραπληγικών, στο 16-27% των διπληγικών και το 23-26% των παιδιών με εξωπυραμιδική εγκεφαλική παράλυση. Οι κρίσεις εκδηλώνονται συνήθως μεταξύ του 3ου και 6ου χρόνου της ζωής και είναι ως επί το πλείστον γενικευμένοι τονικοκλονικοί, άλλοτε όμως και εστιακοί. Κρίσεις που εμφανίζονται στη μικρή βρεφική ηλικία είναι του τύπου των βρεφικών σπασμών και οφείλονται κυρίως σε περιγεννητικά αίτια. Επιληπτικές κρίσεις που εμφανίζονται στη μικρή παιδική ηλικία είναι συχνά μυοκλονίες και παρατηρούνται σε παιδιά με σπαστική διπληγία. Στην ημιπληγία οι σπασμοί στις περισσότερες περιπτώσεις είναι εστιακοί χωρίς ή με δευτεροπαθή γενίκευση, αρχίζουν συνήθως τα πρώτα χρόνια της ζωής και σ’ ένα πολύ μικρό ποσοστό στη σχολική ηλικία (Hagberg 1996, Panteliadis και Darras 1995, Reckert 1997). Αλλά και δύσκολες μορφές επιληψίας, όπως το σύνδρομο Lennox – Gastaut δεν είναι σπάνια.
Τύποι επιληψιών
- αμιγείς γενικευμένοι τονικοκλονικοί στις σπαστικές μορφές, λιγότερο στους άλλους τύπους
- εστιακές κρίσεις στις ημιπληγίες
- άλλοι τύποι είναι οι βρεφικοί σπασμοί
- στη μικρή παιδική ηλικία μυοκλονίες ή κρίσεις τύπου Lennox–Gastaut
- υπάρχουν και κροταφικού λοβού κρίσεις
3) Νοητική υστέρηση
Ανευρίσκεται στο 30-60% των παιδιών με εγκεφαλική παράλυση (Evans 1990) – Rumeau – Rouquette 1992). Ο βαθμός της ΝΥ ποικίλει σημαντικά στους ασθενείς και εξαρτάται από την εντόπιση και έκταση της εγκεφαλικής βλάβης αλλά και από γενετικούς παράγοντες. Γι’ αυτό είναι σημαντικό να εκτιμάται επακριβώς, διότι βοηθά στον καθορισμό στόχων και στην επίτευξή τους. Σε γενικές γραμμές ασθενείς με σπαστικές μορφές εγκεφαλικής παράλυσης είχαν μεγαλύτερο πρόβλημα από την ομάδα των αθετωσικών. Η μορφή της εγκεφαλικής παράλυσης ασκεί σημαντικό ρόλο, καθώς το ποσοστό βαριάς ΝΥ επί τετραπληγίας ανέρχεται σε 65%, επί ημιπληγίας 39% και επί διπληγίας σε 33%. Η εκτίμηση της νοητικής ικανότητος του παιδιού με εγκεφαλική παράλυση είναι εξαιρετικά δύσκολη λόγω της κινητικής δυσλειτουργίας, αλλά και των συνοδών διαταραχών και απαιτεί εμπειροκλινικό ψυχολόγο ο οποίος θα είναι σε θέση να χρησιμοποιεί τις διάφορες δοκιμασίες για να την αξιολογήσει.
4) Διαταραχές όρασης
Είναι συχνές στην εγκεφαλική παράλυση και εμφανίζονται σε ποσοστά που κυμαίνονται από 30-75% και συσχετίζονται με τους αιτοπαθογενετικούς παράγοντες που οδηγούν σε εγκεφαλική παράλυση, όπως συγγενή λοίμωξη, προωρότητα κ.ά. (Schenk – Rootlieb, 1992). Η περικοιλιακή λευκομαλακία είναι η κυριότερη αιτία διαταραχών όρασης σε πρόωρα νεογνά (Jacobson και Duffon, 2000). Αυτές δύνανται να είναι:
α) διαθλαστικές ανωμαλίες,
β) στραβισμός ιδιαίτερα συγκλίνων λόγω πάρεσης του απαγωγού (VI κρανιακή συζυγία), κλασική διαταραχή στη σπαστική διπληγία και εμφανίζεται σε ποσοστό 43%, σύμφωνα με μελέτη του Ingram,
γ) νυσταγμός, συχνά ανευρίσκεται στην Ε.Π., ιδίως στην αταξική μορφή Ε.Π.
5) Διαταραχές ακοής
Περίπου 5% των παιδιών με Ε.Π. παρουσιάζουν προβλήματα ακοής, ποσοστό σαφώς υψηλότερο από αυτό του γενικού πληθυσμού. Οι σπαστικές μορφές εμφανίζουν χαμηλότερο ποσοστό από τους άλλους τύπους Ε.Π. (7%), ενώ στη χορειοαθετωσική μορφή Ε.Π. η διαταραχή ακοής ανέρχεται στο 20 -25% των περιπτώσεων. Τα παιδιά με Ε.Π. συχνά εμφανίζουν βαρηκοΐα τύπου αγωγιμότητας και η νευροαισθητήριος βαρηκοΐα είναι επίσης συχνή και σχετίζεται με τον εκάστοτε αιτιοπαθογενετικό μηχανισμό της Ε.Π.
6) Διαταραχές λόγου – ομιλίας
Εμφανίζεται συχνά στην εγκεφαλική παράλυση και στις διάφορες μελέτες τα ποσοστά κυμαίνονται από 40 μέχρι 70%, συχνότερες στους χορειοαθετωσικούς ασθενείς (80-90%) και λιγότερο συχνά στους σπαστικούς. Τα προβλήματα διαχωρίζονται σ’ αυτά που συνδέονται με δυσλειτουργία του κινητικού ελέγχου και ονομάζονται κινητικές διαταραχές του λόγου – ομιλίας και στα ονομαζόμενα δυσφασικά σύνδρομα.
Οι κινητικές διαταραχές του λόγου-ομιλίας χαρακτηρίζονται από αδυναμία του ασθενή να ρυθμίσει τις κινήσεις που χρειάζονται για την παραγωγή του λόγου και συμπεριλαμβάνουν τη δυσαρθρία και την απραξία του λόγου. Η δυσαρθρία οφείλεται σε διαταραχή της λειτουργίας του κινητικού σκέλους του λόγου. Η απραξία του λόγου οφείλεται σε αδυναμία εκούσιας εκτέλεσης των κινήσεων που χρειάζονται για την άρθρωση του λόγου, και ενώ οι μύες που συμμετέχουν λειτουργούν φυσιολογικά, δηλαδή δεν εμφανίζουν παράλυση, αδυναμία ή κακό συντονισμό.
7) Μαθησιακές δυσκολίες
Μαθησιακές δυσκολίες (Μ.Δ. = Μαθησιακές Δυσκολίες) προκύπτουν όταν έχουμε διαταραχές στην οπτική αντίληψη, στην επεξεργασία, στην φωνολογική αλληλουχία (sequencing) και στο λόγο. Η συνύπαρξη αισθητηριακών διαταραχών (όρασης, ακοής) και διαταραχών της συμπεριφοράς επιτείνουν το πρόβλημα και μπορεί να γίνουν αντιληπτές στην προσχολική ηλικία ή αργότερα κατά την είσοδο στο σχολείο. Το παιδί με εγκεφαλική παράλυση που έχει ικανοποιητική νοητική ανάπτυξη και επαρκή εξέλιξη του λόγου, έτσι ώστε να μπορεί να παρακολουθήσει, το κανονικό σχολείο, εμφανίζει μαθησιακές δυσκολίες όπως δυσλεξία, δυσγραφία και δυσαριθμησία, κ.λ.π. (Kurtz και Scull 1993). Απαραίτητο είναι στα παιδιά με εγκεφαλική παράλυση να γίνονται οι κατάλληλες ψυχομετρικές δοκιμασίες για τον εντοπισμό τόσο των δυνατών όσο και των αδύνατων σημείων.
8) Ψυχολογικές και ψυχιατρικές διαταραχές
Τα παιδιά με εγκεφαλική παράλυση και η οικογένειά τους μπορεί να εμφανίζουν συχνά ψυχολογικά προβλήματα. Προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι γονείς και τα οποία επηρεάζουν δυσμενώς την προσαρμογή τους στην ασθένεια του παιδιού είναι οι ενοχές, η άρνηση της αναπηρίας, η κατάθλιψη κ.ά. Για να διαπιστωθεί η ύπαρξη και η έκταση των δυσκολιών αυτών, είναι πρώτα αναγκαίο να διερευνηθεί εάν οι γονείς αντιλαμβάνονται το βαθμό της αναπηρίας και τη σοβαρότητα της ή αν υπάρχει άρνηση του προβλήματος.
9) Αισθητικές διαταραχές [συχνές στην ημιπληγική μορφή εγκεφαλική παράλυση (68%)].
10) Διαταραχές σίτισης – θρέψης.
11) Δυσκοιλιότητα
12) Σιελόρροια